Σκύβοντας πάνω ἀπ᾿ τῆς ψυχῆς μου τὴ συσκότιση
στίχους ἰσχνοὺς θὰ ἐπιδείξω
ἀποκλεισμένους ἀπὸ ἀπρόσμενη κακοκαιρία
ποῦ πλήγωσε θανάσιμα
κάποιο δειλό μου λυκαυγές.
Πολλὰ θὰ λὲν οἱ στίχοι αὐτοί,θὰ δεῖτε, θὰ διαβάσετε.
Ὁ τελευταῖος μόνο στίχος τίποτε δὲν θὰ λέει.
Κοιτώντας θλιβερὰ τοὺς προηγούμενους θὰ κλαίει.
Πολλὰ θὰ λὲν οἱ στίχοι αὐτοί,θὰ δεῖτε, θὰ διαβάσετε.
Ὁ τελευταῖος μόνο στίχος τίποτε δὲν θὰ λέει.
Κοιτώντας θλιβερὰ τοὺς προηγούμενους θὰ κλαίει.
Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014
ΕΠΙΚΗΡΥΞΗ
Δολοφονήθηκε νεαρή ψυχή, με κοφτερές λέξεις.
Η επίθεση έλαβε χώρα στην οδό «ΙΩΒΕΙΟΥ ΥΠΟΜΟΝΗΣ» σε παρακείμενη τράπεζα ,
όταν η νεαρή κατέθετε μικροποσό έμπνευσης.
Ο δράστης διέφυγε και αναζητείται «ζωντανός ή νεκρός» –καλύτερα νεκρός.
Φορούσε blasé ύφος, γυαλιά αστιγματικής γλώσσας και κίτρινα πεζά παπούτσια.
Οιαδήποτε πληροφορία οδηγήσει στην ποιητική σύλληψη θα ανταμειφθεί .
-mips-
Πόρνη ζωή
Η ζωή χορεύει σε ρυθμούς ρετρό.
Γελά υστερικά στο πέρασμα της.
Διασχίζοντας διαδρόμους στιλβωμένους
φτηνού παρακμιακού ξενοδοχείου,
φορά τα ψηλοτάκουνα παπούτσια της
και κάνει πιρουέτες σε ιδρωμένες συνουσίες.
Θλιμμένοι εραστές της παίρνουνε πνοές.
Σκορπούν άνανδρες λεηλασίες πάνω της
κι αυτή αγκομαχά, ουρλιάζει εκρήξεις,
κλειδώνοντας στα χέρια της τα βρωμερά σεντόνια
Στο σώμα της κυκλοφορεί ρέον παρελθόν,
στις φλέβες της δεν έχει άλλο αίμα.
Κάθε μέρα μια σταγόνα χύνεται
καλύπτοντας επίμαχες λεπτομέρειες
μιας στυγερής δολοφονίας
που κάποιοι ανεγκέφαλοι ρομαντικοί
ακόμα προσπαθούν να εξιχνιάσουν
Κι όταν το πτώμα της πια γυμνά υπέροχο θα βρουν
Οργή θα νιώσουν για το τέρας που τη ρούφηξε
Κι αυτή ευθύς κοιτώντας τους στα μάτια
Θα πει ψιθυριστά μια φράση :
«Κατάρα στους νεκρούς που ξέχασαν να ζήσουν!»
-mips-
Απαύγασμα
Πάντα θαύμαζα τους ανθρώπους που με λίγες λέξεις, έλεγαν μεγάλα λόγια. Όχι από κείνα τα ωραία...από κείνα που κατακάθι γίνονται, καθώς απολαμβάνεις τον καφέ πικρό.
Κυριακή 15 Ιουνίου 2014
ΟΡΦΕΑΣ ΠΕΡΙΔΗΣ - Ο ΚΑΦΕΣ
Πάντα θαύμαζα τους ανθρώπους που με λίγες λέξεις, έλεγαν μεγάλα λόγια. Όχι από κείνα τα ωραία...από κείνα που κατακάθι γίνονται, καθώς απολαμβάνεις τον καφέ πικρό.
Τα ανείπωτα
Τι κι αν η Ποίηση είναι καταφύγιο,
αγρίμι όταν είσαι…
Τι κι αν ο Κόσμος είν’ ηλιόλουστος,
σαν τρέμεις και κουρνιάζεις.
Την νύχτα μήδε αγέλες σε κρατούν,
μήδε η λύσσα για θηράματα - αυταπάτες.
Την νύχτα σαν μπεις στο καταφύγιο,
ουρλιαχτά σου μόνο, τα λόγια.
Αυτά που δεν γράφτηκαν
και δε θα γραφούν ποτέ.
Ανάξια λόγου, ανάξια λόγια…
Για τούτο είν’ άξια η ποίηση.
Για όσα έγραψες και έπειτα κατάπιες.
Γιατί αγρίμι είσαι. Στόχος να καταπίνεις.
Αυτά που δεν ειπώθηκαν και δε θα ειπωθούν ποτέ...
-mips-
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)